Λάβαμε και μεις το κείμενο του Μιχάλη Στύλλα που αποτελεί μια ανασκόπηση της δραστηριότητας που είναι σχετική με το ορειβατικό σκι στον Όλυμπο τη φετινή χρονιά και το αναρτούμε παρακάτω. Καλή ανάγνωση!
Ορειβατικό Σκι στον Όλυμπο
Εκεί που το χιόνι, ο ουρανός & η θάλασσα, σμίγουν με τον άνθρωπο
Η ιστορία έχει διδάξει ότι οι περίοδοι οικονομικής και κοινωνικής
κρίσης, όπως η συγκεκριμένη που διανύουμε, προσφέρουν ευκαιρίες για μερική ανατροπή
και ανανέωση παραδοσιακών απόψεων και ιδεολογιών, μέσω κυρίως του επαναπροσδιορισμού
των κοινωνικών αξιών.
Ο Όλυμπος, έχει
ιστορικά αποτελέσει το φυσικό και πνευματικό σπίτι πολλών ανθρώπων οι οποίοι διακατέχονταν από
ανατρεπτικές απόψεις για τα Ελληνικά κοινωνικά δρώμενα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Ο
Παρθενώνας της Ελληνικής Φύσης εκτός από οικία των ∆ώδεκα Θεών μέσα στο πέρασμα
των αιώνων έχει διατελέσει πολυπόθητο τρόπαιο φιλόδοξων κατακτητών των κορυφών του,
πεδίο βοτανολογικής και γεωλογικής έρευνας, κρησφύγετο ονομαστών ληστών, πεδίο έμπνευσης
καλλιτεχνών, όπως ο ζωγράφος Βασίλης Ιθακήσιος, ενώ μεταπολεμικά στις απόκρημνες
πλαγιές του Ολύμπου γράφτηκαν οι σημαντικότερες σελίδες της Ελληνικής χιονοδρομικής,
ορειβατικής και αναρριχητικής ιστορίας.
Τον Αύγουστο του 2013 θα
γιορτάζονται τα 100 χρόνια από την πρώτη καταγεγραμμένη ανάβαση
στην κορυφή του Ολύμπου, το Μύτικα ή Πάνθεον με υψόμετρο 2918 μέτρα,
από τους εκ
Λιτοχώρου κυνηγό, υλοτόμο και μετέπειτα οδηγό
του
Ολύμπου Χρήστο Κάκκαλο και τους Ελβετούς
ορειβάτες Frederic Boissonnas και Daniel Baud-Bovy. Στον επίλογο του πρώτου αιώνα
αφότου οι Θνητοί εισέβαλαν στην κατοικία των Θεών αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει
όσον αφορά τον Όλυμπο σαν φυσική οντότητα, αλλά κυρίως τις δραστηριότητες που λαμβάνουν
χώρα στο ποικιλόμορφο ανάγλυφο του.
Η πρώτη ανάβαση
στην κορυφή της Ελλάδας από έναν Έλληνα και δύο φιλέλληνες Ελβετούς (σημ. ο Fred Boissonnas
ήταν ένας παγκοσμίου φήμης φωτογράφος από τη Γενεύη, οι εκθέσεις του οποίου είχαν
κάνει τον γύρο του κόσμου και ο Daniel Baud-Bovy κατά την επίσκεψη του στον Όλυμπο
ήταν διευθυντής της Σχολής Καλών Τεχνών της Γενεύης), σήμανε την έναρξη μιας εποχής
κατά την οποία η ορειβασία η αναρρίχηση και η χιονοδρομία στην Ελλάδα έκαναν τα πρώτα
τους βήματα.
Η περίοδος του
Μεσοπολέμου βρήκε την Ελλάδα του Ελευθέριου Βενιζέλου να περνάει μία περίοδο άνθησης
και σταθεροποίησης των κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων με αποτέλεσμα την αυξανόμενη
αστικοποίηση των μεγάλων Ελληνικών πόλεων και τη δημιουργία των πρώτων φυσιολατρικών, ορειβατικών
και χιονοδρομικών συλλόγων. Η δράση των συλλόγων αυτών περιοριζόταν σε πεζοπορικές
αναβάσεις ενώ την ίδια περίπου εποχή οι
αλλεπάλληλες προσκλήσεις αναρριχητών και χιονοδρόμων από το
εξωτερικό έδωσαν το έναυσμα της ανάπτυξης
των δραστηριοτήτων αυτών σε όλα τα Ελληνικά βουνά με τον μεγαλύτερο όγκο των ορειβατικών
και χιονοδρομικών εκδηλώσεων να λαμβάνουν χώρα στον Όλυμπο.
Στις 20 Μαρτίου
του 1931 πραγματοποιείται από τους G. Dorier, Κ. Νάτση και Ηρ. Ιωαννίδη η πρώτη χειμερινή ανάβαση στην κορυφή του Ολύμπου,
το Μύτικα. Κατά την πρόσβαση των τριών ορειβατών από τις Βρυσοπούλες, όπου σήμερα
βρίσκεται το Κέντρο Ορεινού Αγώνα Χιονοδρόμων (ΚΕΟΑΧ), προς την κορυφή του Ολύμπου
Σκάλα (2866 μέτρα) χρησιμοποιήθηκαν χιονοπέδιλα (σκι). Στη συνέχεια, οι τρεις ορειβάτες
αναρριχήθηκαν από τη Σκάλα προς το Μύτικα με χρήση σκοινιών για να καταφέρουν τελικά
να δουν από την κορυφή της Ελλάδας το ολόλαμπο λόγω του χιονιού τοπίο να αναμιγνύεται
με το γαλάζιο ουρανό και το μπλε χρώμα του Αιγαίου. Μια πανδαισία συναισθημάτων,
χρωμάτων, απόκοσμων σκέψεων, ξεγνοιασιάς και απόλυτης αρμονίας μεταξύ των τριών αυτών
ανδρών και του
φυσικού περιβάλλοντος. Επιστρέφοντας
στην κορυφή Σκάλα, όπου και τελειώνει το
αναρριχητικό τμήμα της διαδρομής τους, οι τρεις άνδρες περιχαρείς για την πρώτη χειμερινή ανάβαση
στην κορυφή της Ελλάδας, έβαλαν τα σκι στα πόδια τους και πραγματοποίησαν την πρώτη
κατάβαση με σκι στον Όλυμπο από την κορυφή Σκάλα (2866μ) μέχρι περίπου
τη Μονή Σπαρμού η οποία βρίσκεται στο Ν∆ τμήμα του βουνού, ολοκληρώνοντας
μια φοβερή μέρα, η οποία τους έκανε έστω και για λίγο να νιώσουν σαν θεοί.
Περίπου οκτώ δεκαετίες
μετά η ίδια προσέγγιση για τη ζωή, η δίψα
για περιπέτεια, και αγάπη για το ορεινό περιβάλλον
χαρακτηριζόμενη από διαφορετικό εξοπλισμό βρίσκει τον παγκοσμίου φήμης Σλοβένο extreme
skier Davo Karnicar (ο οποίος είναι ο μόνος άνθρωπος μέχρι σήμερα ο οποίος έχει
κατέβει από την κορυφή του Έβερεστ μέχρι την κατασκήνωση βάσης με σκι), τη γυναίκα
του Petra, τον εκπαιδευτή χιονοδρομίας και ορειβατικού σκι Γιώργο Κλαουδάτο, τον
Εκπαιδευτή ορειβασίας και αναρρίχησης, Οδηγό Ελληνικών Βουνών, μέλος και κινηματογραφιστή
της πρώτης επιτυχημένης Ελληνικής αποστολής στο Έβερεστ Παύλο Τσιαντό μαζί με
τον εικονολήπτη και αναρριχητή Χρήστο Τσούτσια να επαναλαμβάνουν την ίδια
διαδρομή με τα σκι τους και περνώντας από την κορυφή του Αγίου Αντωνίου (2817 μέτρα)
όπου κατά την αρχαιότητα βρισκόταν ο ναός του Ακραίου ∆ιός (πόσο επίκαιρο, πέντε
ακραίος ορειβάτες διαβαίνοντας από ναό ενός ακραίου Θεού) το απόγευμα της 11ης Απριλίου
να κάθονται στην κορυφή του Ολύμπου βιώνοντας λίγο ή πολύ τα ίδια συναισθήματα με
τους Dorier, Νάτση και Ιωαννίδη.
Ο άνθρωπος, ο ουρανός, το χιόνι, η θάλασσα και η απογείωση των συναισθηματικών φαντασιώσεων.
Μία κατάσταση για την οποία όσο και να πληρώσει
κάποιος δεν θα τη βιώσει ποτέ. Μία κατάσταση που προσφέρεται δωρεάν και ποικιλοτρόπως σε όσους αρέσκονται
να συναναστρέφονται με το φυσικό περιβάλλον,
συναναστροφή η οποία προϋποθέτει ότι για την επίτευξη κάποιου στόχου πρέπει
ο ορειβάτης ανέβει στο ύψος των περιστάσεων χωρίς να μπορεί έμπρακτα να κατεβάσει
το βουνό στα μέτρα του… νοοτροπία που κυριάρχησε
κατά κόρον στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, αλλά κάποιοι έχουν βαλθεί να την αλλάξουν
για το κοινό καλό
Η ελληνική πραγματικότητα
κατά την τελευταία τριακονταετία όσον αφορά
την
ανάπτυξη του χειμερινού ορεινού τουρισμού
περιοριζόταν σε ένα και μόνο προορισμό. Τα χιονοδρομικά κέντρα της χώρας μας, και
τις αντίστοιχες τουριστικές μονάδες σε κοντινή απόσταση από αυτά. Σε αρκετές των περιπτώσεων χειμερινοί τουριστικοί προορισμοί έγιναν πόλοι
έλξης πρωτίστως Ελλήνων αλλά και ξένων τουριστών, με τους πρώτους να δίνουν έμφαση
στις πολυτελείς τουριστικές υποδομές (βλέπε Ζαγόρια) και τους δεύτερους να παραβλέπουν την πολυτέλεια προσβλέποντας κυρίως στην
ιστορία και τη φυσική
ομορφιά των τόπων αυτών.
Κάποιοι λίγοι ξένοι τουρίστες κατά τους χειμερινούς
μήνες είδαν και
μια νέα δυναμική στην Ελληνική
ύπαιθρο. Αναβάσεις και καταβάσεις με σκι σε βουνά που δεν υπήρχαν αναβατήρες και
οργανωμένες υποδομές